- πλατερέσκ
- Νάκλ. ονομασία που δόθηκε στον ρυθμό που χαρακτηρίζει την αρχιτεκτονική τής ισπανικής Αναγέννησης, με κυριότερα γνωρίσματα τον υπερβολικά πλούσιο γλυπτό διάκοσμο και το πρόστυπο ανάγλυφο.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. plateresque < ισπαν. plateresco < platero «αργυροχρυσοχόος» < ισπ. plata «άργυρος»].
Dictionary of Greek. 2013.